Το αβυσσαλέο μίσος που υπάρχει ανάμεσα σε δύο τσιφλικάδες μεταδίδεται ακόμα και στο φυσικό περιβάλλον. Ό,τι διαβαίνει το ποτάμι που χωρίζει τα κτήματα των δύο οικογενειών, είτε είναι άνθρωπος είτε ζώο, πεθαίνει.
Στην Κρήτη, υπάρχει μια μεγάλη βεντέτα που κρατάει αιώνες, ανάμεσα στους Βροντάκηδες και τους Φουρτουνάκηδες. Η κάθε μια από τις δύο οικογένειες κρατάνε μακριά τα παιδιά τους για να μη τύχει και αγαπηθούν, οι Βροντάκηδες το γιο τους το Μανούσο, τον έστειλαν από μικρό παιδί στην Αθήνα. Όταν όμως ο Μανούσος κατεβαίνει από την Αθήνα, μετά από κάλεσμα των γονιών του για να τον προξενέψουν με την κόρη του Κωνσταντογιωργάκη το Λενιώ, που είναι "βαρέων βαρών" και αντικρίζει για πρώτη φορά το Κατερινιώ των Φουρτουνάκηδων στο γλέντι του αρραβώνα της με τον Καπετάν Σκανταλάκη, τότε ανθίζει ένας μεγάλος έρωτας που όταν αποκαλύπτεται ανάβουν τα αίματα και η βεντέτα, αλλά όλα θα καταλήξουν σε ένα ευτυχισμένο γάμο.
Λίγα χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, υπό τη βασιλεία του βαυαρού Όθωνος, προσήγαγε σε δίκη τους μεγάλους οπλαρχηγούς του αγώνα, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και Γεώργιο Πλαπούτα, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η περιβόητη αυτή δίκη του 1833, που έγινε στο Ναύπλιο, συγκλόνισε το έθνος, επειδή οι πάντες γνώριζαν ότι οι δύο ήρωες ήταν απολύτως αθώοι. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου Αθανάσιος Πολυζωίδης και ο δικαστής Γεώργιος Τερτσέτης αρνούνται να προσυπογράψουν την καθ’ υπαγόρευση από το παλάτι –μέσω των τριών αντιβασιλέων Άρμανσμπεργκ, Μάουερ και Έιντεκ– καταδίκη σε θάνατο των κατηγορουμένων. Οι Βαυαροί διατάζουν τον Υπουργό Δικαιοσύνης να επέμβει, κι αυτός απαγγέλλει κατηγορία εναντίον τους, με αποτέλεσμα να συρθούν στα μπουντρούμια των φυλακών και να δικαστούν με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Ωστόσο, τελικά θα αθωωθούν πανηγυρικά.
Σπονδυλωτή ταινία αποτελούμενη από τρεις ιστορίες, δοσμένες με χιούμορ, ρομαντισμό και τραγικότητα, όλες υποτίθεται βγαλμένες απ’ τη ζωή που σπρώχνει κοπέλες σαν την ηρωίδα στο πεζοδρόμιο και τη διαφθορά. Μια πεταλουδίτσα της νύχτας, η Κούλα, η οποία κάνει πεζοδρόμιο στη Συγγρού, διηγείται σε κάθε πελάτη και μια διαφορετική ιστορία για τη ζωή της. Στην πρώτη ιστορία ονομάζεται Καίτη, είναι ένα φτωχό κορίτσι που έμενε με τον τρελό παππού της και εγκατέλειψε τον φίλο της για χάρη κάποιου πλούσιου. Μετά το θάνατο του παππού της, την εγκαταλείπει και ο πλούσιος εραστής, ενώ ο πρώην φίλος της έχει πια παντρευτεί. Μη έχοντας πού την κεφαλήν κλίναι, κατέληξε στο πεζοδρόμιο. Στη δεύτερη ιστορία λέγεται Άννα και κατάγεται από ένα χωριό, όπου σύμφωνα με το έθιμο η παρθενιά πρέπει να αποδεικνύεται την πρώτη νύχτα του γάμου. Εκείνη έχει χάσει την παρθενιά πολύ μικρή, λόγω ατυχήματος, αλλά όταν ετοιμάζεται για το γάμο μ’ ένα συγχωριανό της δεν γνωρίζει ότι υπάρχει το σχετικό πιστοποιητικό κι έτσι επισκέπτεται έναν αθηναίο γιατρό που της κάνει παρθενοραφή. Ο σύζυγός της γνωρίζει την αλήθεια αλλά βρίσκοντάς την παρθένα αντιλαμβάνεται πως κάποιο λάκκο έχει η φάβα, οπότε εκείνη αναγκάζεται να εγκαταλείψει το χωριό της και να έρθει στην Αθήνα, όπου το πεζοδρόμιο είναι και πάλι η μόνη λύση. Στην τρίτη ιστορία λέγεται Τίνα και είναι μια ευτυχισμένη νιόπαντρη, στο πλευρό ενός πολιτικού μηχανικού. Εκείνος αρχίζει σιγά-σιγά να χάνει το φως του και πρέπει να υποβληθεί σε εγχείρηση αλλά απαιτούνται πάρα πολλά χρήματα. Για να τα εξοικονομήσει, αρχίζει να κάνει συντροφιά σε πλούσιους κυρίους αλλά ο άνδρας της, μόλις θεραπεύεται και μαθαίνει την αλήθεια τη διώχνει από το σπίτι, αναγκάζοντάς την να ξεπέσει στο πεζοδρόμιο.
Ο Στάθης, ένας ζωηρούλης «νεανίας», του οποίου ο πατέρας έχει καφενείο στην κεντρική πλατεία του νησιού, κάνει «καμάκι» στις προκλητικές τουρίστριες. Εμπόδιο σ' αυτές τις ερωτικές εξορμήσεις του στέκεται η γειτόνισσά του Ρένα που τον αγαπά και κάνει τα πάντα για να τον κατακτήσει. Απ' την άλλη, η αδελφή του Καίτη, μια νόστιμη και ρομαντική κοπέλα, ερωτεύεται έναν Αθηναίο που γνώρισε στο πλοίο, τον Σταμάτη, ο οποίος μένει για χάρη της στο νησί. Μετά από πολλά ευτράπελα επεισόδια, το ευτυχές τέλος επέρχεται για τα δύο ζευγάρια.
Η Στεφανία, ένα όμορφο κορίτσι, ζει με την μητέρα και τον πατριό της, με τον οποίο αποκτά την πρώτη ερωτική της εμπειρία. Από τότε η Στεφανία παίρνει τον άσχημο δρόμο και εκμεταλλεύεται την ομορφιά της για να αποκτήσει μια πλούσια ζωή, όταν την πιάνει η αστυνομία και η ίδια οδηγείται στο αναμορφωτήριο.
Υπότιτλοι: Ελληνικοί Special feature: Greek subtitles Γλώσσα: Greek
Ένας αδιόριστος καθηγητής μαθηματικών που θέλει τη ζωή του ρυθμισμένη σαν ρολόι, έχει μια παλαβή περιπέτεια με τη 14χρονη κόρη του και δύο τρόφιμους του γηροκομείου, ένας εκ των οποίων είναι ο φυσικός του πατέρας. Ο χρόνος τρέχει, μια κληρονομιά περιμένει, αλλά η διαδρομή μέχρι το Ληξιαρχείο έχει πολλά απρόοπτα.
Υπότιτλοι: Χωρίς υπότιτλους Γλώσσα: Greek, Russian
«Το πιο γρήγορο μαχαίρι της Τρούμπας», μετά την αποφυλάκισή του, επιστρέφει στα παλιά του λημέρια με σκοπό να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς που έχει με τους πρώην συνεργάτες του.
Μια κωφάλαλη κοπέλα, η Μαρία (Αλίκη Βουγιουκλάκη), ζει μοναχικά με τον πατέρα της (Παντελής Ζερβός) σε ένα νησί μέχρι που γνωρίζει τον δάσκαλο (Αλέκος Αλεξανδράκης), ο οποίος ενώ της μαθαίνει τη νοηματική γλώσσα, την ερωτεύεται. Η κοπέλα θα πέσει θύμα βιασμού από τον ισχυρό άντρα του χωριού (Σπύρος Καλογήρου) και θα γεννήσει ένα αγοράκι, το οποίο ο βιαστής της με τη γυναίκα του θα επιχειρήσουν να πάρουν. Η αντίδραση της κοπέλας θα είναι βίαιη, ο επίδοξος απαγωγέας θα πέσει νεκρός, αλλά το δικαστήριο θα την αθωώσει.
Νταχάου 1965. Η Νατάσσα Αρσένη λείπει πάνω από 20 χρόνια από την Ελλάδα. Λίγο πριν επιστρέψει, επισκέπτεται το πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στο τρένο της επιστροφής στην πατρίδα αρχίζει να θυμάται τα χρόνια της κατοχής. Τότε που ανάμεσα στους Γερμανούς αξιωματικούς ήταν και ο συμφοιτητής της στο ωδείο, Μαξ Ρόιτερ, ο οποίος έγινε υπολοχαγός των SS, παρ' όλο που η μητέρα του ήταν Ελληνίδα. Ο Μαξ κυνηγούσε τον Ορέστη, έναν αντάρτη που η Νατάσσα βοήθησε δύο φορές, μία στην Κωπαΐδα και μία στην Αθήνα. Θυμήθηκε επίσης τις περιπέτειες που πέρασε μέχρι να βρεθεί μαζί του, τον γάμο της που κόντεψε να διακοπεί από τον Μαξ, το παιδί που έκαναν μαζί, καθώς και την σύλληψη και τα βασανιστήρια που υπέστη από τον ίδιο τον Μαξ. Θυμήθηκε επίσης πως εκείνος την γλίτωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα που την έστειλε ο Μαξ, καθώς και τη δολοφονία του από Έλληνες αντάρτες, που τον νόμισαν για Γερμανό.